Μέσα στου νου τα ανήλιαγα τα μονοπάτια,
μούχλιαζε η χαρά κρυμμένη σε μιαν άκρη.
Ήρθες εσύ και στέρεψες το δάκρυ
κι είδα τον κόσμο απ’ την αρχή
μέσα στα υπέροχα σου μάτια.
Μες της καρδιάς μου τις ατέλειωτες τις χώρες
βαδίζουν με σκυμμένο το κεφάλι
οι ώρες πέρα απ τη ζεστή σου την αγκάλη
όλες οι ίδιες οι απαράλλακτες οι ώρες…
μες του κορμιού μου τις αδιάβατες τις θίνες,
σε κάθε τρίχα ο έρωτας παραμονεύει,
για σένα αγάπη μου διψάει και σε γυρεύει,
σαν την βροχή που θέλει η γη,
τους ανοιξιάτικους τους μήνες.