Σημάδια από νταλίκες στους δρόμους μόνο κλίκες,
δεν ξέρω αυτό που ψάχνεις τι είναι αυτό και αν το βρήκες.
Μεγάλωσε η πόλη και λες δε σε χωράει
και κάθε μέρα που `ρχεται πιο μακριά σε πάει,
να `ξερα τι ψάχνεις να είχα καταλάβει
ποιοι είναι στο μυαλό σου αφεντικά και ποιοι οι σκλάβοι.
Το λάκκο σου ποιος σκάβει εσύ ή όλοι οι άλλοι
τι κρύβει η ψυχή σου που δεν ξέρει το κεφάλι.
Θολώνει η ματιά σου τα βράδια σκοτεινιάζει
βουτάει στην μαστούρα σαν σύννεφο βουλιάζει
στον πάτο όταν φτάσει θα είναι σαν να έχεις γλιτώσει.
Έτσι νόμιζε ο Ιούδας τον Χριστό του πριν προδώσει.
Ποιος είμαι μην ρωτάς δεν έχει σημασία
δε θα με ξορκίσεις με καμιά φθηνή ουσία,
συνείδηση με λένε και αν θέλεις να σ’ αφήσω
φώναξε δυνατά να σ’ ακούσω και θα ζήσω.
Αχ δεν αντέχω άλλο πια να σε βλέπω
να λιώνεις να πεθαίνεις αργά.
Αχ να μπορούσαν φτερά να φυτρώσουν
στους ώμους να ξεφύγεις μακριά.
Δεν αντέχω άλλο να σε βλέπω να μαδάς, να λιώνεις
και να μαραζώνεις άλλα λόγια να σου πω δεν έχω,
πάνε χρόνια τώρα που απ’ τα λόγια απέχω.
Αχ να `χα χίλιες ευχές να τις πω
Αχ δεν αντέχω άλλο πια να σε βλέπω
να λιώνεις να πεθαίνεις αργά.
Αχ να μπορούσαν φτερά να φυτρώσουν
στους ώμους να ξεφύγεις μακριά.
Φίλος σου είναι μόνο το σκοτάδι
μόνο ο πόνος δρόμος και οι σκιές το βράδυ.
Ψάχνεις τρόπο σύννεφο να γίνεις σαν να θες
μια ανάμνηση πικρή να μείνεις.
Αδερφέ, πες μου πες μου που πας
γιατί τα παρατάς και πίσω δε γυρνάς.
Δεν αντέχω σου λέω δεν αντέχω πια να σε βλέπω
να σβήνεις να χάνεσαι αδερφέ, σαν κερί να λιώνεις
και να ξαπλώνεις σαν νεκρός στους δρόμους που φτιάχτηκαν για να τρέχεις
φίλε για πάντα .
Αχ δεν αντέχω άλλο πια να σε βλέπω
να λιώνεις να πεθαίνεις αργά.
Αχ να μπορούσαν φτερά να φυτρώσουν
στους ώμους να ξεφύγεις μακριά.