Καλημέρα στη στάση πρωί,
κάθε μέρα η ίδια ζωή,
Ελευσίνα, Σταυρός, Κερατσίνι.
Πάλι ο ίδιος χλωμός οδηγός,
σαν φωτιά το φανάρι, κι αυτός
το κοιτά και δεκάρα δε δίνει.
Κι έτσι απλά, δίχως κάτι να πει,
'κει που βρίσκει η θάλασσα γη,
μια ιδέα τρελή δυναμώνει.
Το γκαζώνει και να, το πετά,
σαν τον Πήγασο βγάζει φτερά
και το αίμα του κόσμου παγώνει.
Τα κανάλια κοιτούν τ’ αστικό
και του γείτονα τον πανικό
που το είδε το δρόμο ν’ αφήνει.
Πριν βραδιάσει όλα ήταν ξανά
σιωπηλά, φοβισμένα, μικρά,
Ελευσίνα, Σταυρός, Κερατσίνι.