Έλλη Πασπαλά - Ο τυφλός κι ο κυνηγός 歌词

Παραδοσιακό παραμύθι Αφρικής
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας τυφλός που ζούσε
με την αδερφή του σε μια καλύβα, εκεί που τελείωνε το δάσος.
Ο τυφλός ήταν πολύ έξυπνος. Παρ’ όλο που δεν έβλεπε,
έμοιαζε να ξέρει για τον κόσμο, πολύ περισσότερα πράγματα,
απ’ αυτούς που είχαν αετίσια μάτια. Συνήθιζε να κάθεται
έξω από την καλύβα του και να μιλά με περαστικούς.
Αν είχαν κάποιο πρόβλημα, το ρωτούσαν τι να κάνουν
και τους έδινε πάντα μια καλή συμβουλή. Αν υπήρχαν πράγματα
που ήθελαν να μάθουν, τους απαντούσε και όσα τους έλεγε,
ήταν πάντα σωστά. Οι άνθρωποι κουνούσαν το κεφάλι τους
με έκπληξη.
- Τυφλέ, πως γίνεται κι είσαι τόσο σοφός;
κι ο τυφλός χαμογελούσε κι έλεγε:
- Γιατί βλέπω με τ’ αφτιά μου.
Κάποτε η αδερφή του τυφλού ερωτεύτηκε έναν κυνηγό
από ένα άλλο χωριό και σύντομα παντρεύτηκαν
και όταν τέλειωσε η γαμήλεια τελετή, ο κυνηγός ήρθε
για να ζήσει με τη νέα του γυναίκα στην καλύβα.
Αλλά ο κυνηγός δεν είχε χρόνο για τον αδερφό της γυναίκας του.
- Τι αξία έχει ένας άνθρωπος που δε βλέπει; έλεγε.
Κι η γυναίκα του απαντούσε:
- κι όμως άντρα μου, ξέρει περισσότερα για τον κόσμο από αυτούς
που βλέπουν.
Ο κυνηγός τότε γελούσε:
- (χα, χα) Τι μπορεί να ξέρει ένας τυφλός που ζει στο σκοτάδι; (χα, χα)
Κάθε μέρα ο κυνηγός πήγαινε στο δάσος με παγίδες, ακόντια και
βέλη και κάθε βράδυ που γύριζε στο χωριό, ο τυφλός του έλεγε.
- Σε παρακαλώ, αύριο, άφησέ με να 'ρθω μαζί σου για κυνήγι στο
δάσος.
Αλλά ο κυνηγός κουνούσε το κεφάλι.
- Τι αξία έχει ένας που δε βλέπει;
Και περνούσαν οι μέρες, οι εβδομάδες και οι μήνες και κάθε βράδυ
ο τυφλός έλεγε:
- Σε παρακαλώ, άσε με να 'ρθω για κυνήγι αύριο...
και κάθε βράδυ ο κυνηγός κουνούσε το κεφάλι.
这个歌词已经 145 次被阅读了