Λέει πὼς πάντα εἶν᾿ ἕτοιμος γιὰ ὅλες τὶς δουλειὲς
ὁ καλοπερασάκιας·
ὅμως μετὰ κάθε δουλειὰ τὴν ἀναβάλλει
αὐτὸς ὁ καλοπερασάκιας.
Ὅταν θά ῾ρθει ἡ ὥρα του, θὰ φάει, θὰ κοιμηθεῖ
ὁ καλοπερασάκιας·
καὶ θεωρίες ἄφθονες μᾶς ἀραδιάζει
αὐτὸς ὁ καλοπερασάκιας.
Δύσκολη δουλειὰ ὅταν βρεῖ, μᾶς λέει σοβαρά
ὁ καλοπερασάκιας·
«γι᾿ ἄλλες δουλειὲς εἶμ᾿ ἕτοιμος θυσίες νὰ κάνω»
αὐτὸς ὁ καλοπερασάκιας.
Λέει περισσότερα ἀπ᾿ ὅσα ἔχει νὰ πεῖ
ὁ καλοπερασάκιας·
μετὰ «θοῦ Κύριε, φυλακὴν τῷ στόματί μου»
αὐτὸς ὁ καλοπερασάκιας.
Πές, πές, πές, ξαναπές, τὸ πίστεψε κι αὐτός
ὁ καλοπερασάκιας·
ὅτι δὲν ἔχει χρόνο ὁ φτωχὸς αὐτός, ἀμάν
αὐτὸς ὁ καλοπερασάκιας.
Ἂν καὶ ἄνετα πολὺ καὶ χάι κυκλοφορεῖ
ὁ καλοπερασάκιας·
κι αὐτὸς σὰν ὅλους τὴν ἀλήθεια του διαστρέφει
αὐτὸς ὁ καλοπερασάκιας.