Τι παράξενο να μοιάζεις
με τον ίδιο σου εαυτό
κι έτσι όπως με κοιτάζεις
να μην είμαι πια εγώ.
Την περήφανη σιωπή σου
τη σκεπάζει μια σιωπή
κι απ`τα χείλη της αβύσσου
πιάνεται για να σωθεί.
Κάθε ψίθυρος σαν χιόνι
σ`ένα έγκαυμα βαθύ
σαν μια φλόγα που φουντώνει
στη φωτιά της να χαθεί.
Η απόλυτη φωνή σου
ένα σκούρο ηχόχρωμα
γίνεται η ύπαρξή μου
βάρος μου και φόρτωμα.
Τι παράξενο να μοιάζεις
με τον ίδιο σου εαυτό
κι έτσι όπως με κοιτάζεις
να μην είμαι πια εγώ.