Ήταν Άνοιξη που σ`είδα
που ανθούσαν ρόδα κρίνα
είχες του αηδονιού τη χάρη
και ντερβίσικο καμάρι.
Τα λεπίδια των φρυδιών σου
σκλάβο μ`έκαναν δικό σου
και γλεντάω μες στους τεκέδες
με μπουζούκια κι αργιλέδες.
Με μπουζουκομπαγλαμάδες
τώρα σπάζω τους νταλκάδες,
μια και χάθηκες για μένα
πού θα βρω άλλη σαν και σένα.