Δημήτρης Δημητράκας - Εξουσία 歌词

Καθένας μόνος του , αυτός και το εγώ του
δε ρίχνει ούτε μια ματιά στο διπλανό του,
στάζουν τα όνειρα φαρμάκι και πικραίνουν,
τους κακομοίρηδες που ακόμα τα πιστεύουν.

Μια κοινωνία βυθισμένη στην ανία,
στου `’ τι να κάνουμε `’ τη δικαιολογία,
στο δανεικό, στο βερεσέ, στο μαύρο αέρα,
στην ανοχή, στην αγωνία, στη φοβέρα.

Υποκριτές και Φαρισαίοι πολιτικάντες,
δημοσιογράφοι που τους κάνουνε αβάντες
και κάθε τέσσερα χρονάκια σε τραβάνε
και του `’ Αλτσχάιμερ `’ την ψήφο σου ζητάνε.

Τώρα ο κλεμμένος δίνει χάρη στο ληστή του
κι ο βιασμένος αγαπάει το βιαστή του,
πίσω απ’ το μπλε το παραβάν καταδικάζεις
τον εαυτό σου και νομίζεις πως διατάζεις.

Μια εξουσία που μισεί τη νεολαία
γιατί είναι απείθαρχη, επικίνδυνα ωραία,
μέσα στα `'πρέπει'’ και στα `'μη'’ την εγκλωβίζει,
απαγορεύεται να ζει και να ελπίζει.

Κι η μοναξιά με gigabyte μηχανάκια,
τρέχει στου internet τα άγνωστα σοκάκια,
εκεί βρυκόλακες την έχουνε στημένη
και το ποντίκι τους εσένα περιμένει, εσένα περιμένει.

Αν αυτό το λες εσύ ζωή,
δεν με νοιάζει τότε και να φύγω,
αν αυτό σου φτάνει, σου αρκεί
κι απ’ το λίγο μου είναι πιο λίγο.

Αν αυτό το λες εσύ ζωή,
μη φοβάσαι, δε θα σε ξυπνήσω,
αν αυτό σου φτάνει, σου αρκεί,
εγώ θέλω τη ζωή μου πίσω.

Στάζουν τα όνειρα φαρμάκι και πικραίνουν,
τους κακομοίτηδες που ακόμα τα πιστεύουν.
这个歌词已经 168 次被阅读了