Πριν ο ήλιος να μου κάψει τα παράθυρά μου
θέλω στ’ όνειρο που ζω ν’ απλώσω τα φτερά μου.
Απατημένος απ’ της νύχτας το χλωμό αστέρι
ανεξίτηλο μισό στο δεξί μου χέρι.
Τόσα που με χωρίζουνε απ’ της ζωής το θαύμα,
τόσους χειμώνες καρτερώ να είμαστε αντάμα.
Κοιτάζω βλέπω σύννεφα, τον ουρανό μου χάνω
αχ να `ξερες τι θα `θελα, τι λέω και δεν κάνω.
Μπόρεσα και περπάτησα στο χώμα αυτού του κόσμου
τίποτα δεν εζήτησα, μια λάμψη από το φως μου.
Σε δάσος πέτρινο υγρό έχασα τη σκιά μου
την άνοιξη έψαχνα να βρω, άγρια κερασιά μου.
Όσον καιρό κι αν μ’ έκαιγε στην φλέβα η φωτιά
στάχτη το είναι μου έγινε μόνο με μια ματιά.
Τι να θυμάσαι να σου πώ και τι να εξηγήσω
τόσο πολύ σκεφτόμουνα, τόσο που έμεινα πίσω.
Τα λόγια είναι αρκετά, οι πράξεις περισσεύουν
μες στο δωμάτιο πολλά τα λάθη με παιδεύουν.
Αν ήρθες πάλι για να βρεις το άλλο μισό μου αστέρι
μου το `κλεψαν χαράματα απ’ το δεξί μου χέρι,
Μπόρεσα και περπάτησα στο χώμα αυτού του κόσμου....