Σε δυο αγάπες έμπλεξα
και πώς θε να ξεμπλέξω;
Μ’ έχουν μουρλό και παλαβό
και δεν μπορώ ν’ αντέξω.
Και με τις δυο έχω σεβντά,
μ’ έχουν ξεμυαλισμένο.
Η μια με έχει σαν τρελό
κι η άλλη σκλαβωμένο.
Γεια σου, Ατραΐδη
που μας τα λες όμορφα!
Ώπα! Άϊντες! Ωχ!
Όταν μαλώσω με τη μια,
τραβώ να βρω την άλλη
κι έτσι ξεχνώ της αλληνής
τη φλόγα και τη ζάλη.
Μα σαν μαλώνω με τις δυο
και με τις δυο κακιώνω,
μέσα στη μέθη του γλεντιού,
ξεχνώ καημό και πόνο.