Ποιος είναι που πετά ψηλά
μ’ αυτά τα δυο μικρά φτερά
τα σύννεφ’ ανταμώνει
κι όσες φορές και αν τσακιστεί
ποτέ δε μετανιώνει
Όσο ψηλά κι αν ανεβεί
την άκρη δεν μπορεί να βρει
ο δρόμος δεν τελειώνει
ο ήλιος του χαμογελά
ο ήλιος τον περιγελά
και τα φτερά του λιώνει
Με βουρκωμένη τη ματιά
κοιτά τον ουρανό ψηλά
με το βοριά μαλώνει
και περιμένει τον καιρό
να του γιατρέψει το φτερό