Στερεύουνε οι πίκρες μου, δε σε φοβάμαι πια
τα δάκρυα ξεβάφουνε τη γκρίζα σου ματιά,
γυρίζει ο νους στα λόγια σου, σκόρπια φιλιά μαζεύει,
κι απάνω στα κομμάτια σου Ζεϊμπέκικο χορεύει.
Στερεύουνε οι πίκρες μου, με παίρνουνε μακριά,
τη μαχαιριά που σου χρωστώ την κάνουν ζωγραφιά,
ένα φεγγάρι του Μαγιού να κλέβει τη μιλιά σου,
κι ένα σπαθί Σαρακηνό να ψάχνει την καρδιά σου.
Στερεύουνε οι πίκρες μου, φουντάρουν στ’ ανοιχτά,
οι μέρες μεγαλώνουνε κι ανοίγουνε φτερά,
πετούν παν’ απ’ τα σύννεφα και γίνονται βροχή,
σ’ αφήνουνε να καίγεσαι στης μοίρας σου τη γη.
Στερεύουνε οι πίκρες μου, με παίρνουνε μακριά,
τη μαχαιριά που σου χρωστώ την κάνουν ζωγραφιά,
ένα φεγγάρι του Μαγιού να κλέβει τη μιλιά σου,
κι ένα σπαθί Σαρακηνό να ψάχνει την καρδιά σου.
Στερεύουνε οι πίκρες μου, με παίρνουνε μακριά,
τη μαχαιριά που σου χρωστώ την κάνουν ζωγραφιά,
τη μαχαιριά που σου χρωστώ την κάνουν ζωγραφιά.