Ένα σπουργίτι μες στο Πέραμα κρυώνει
ένα καράβι βλαστημάει τη σκουριά
κι εμείς που μείναμε μες στη ζωή μας μόνοι
λες και μας δώσαν την κατάρα τη βαριά,
λες και μας δώσαν την κατάρα τη βαριά.
Από το Πέραμα δεν έχει πέρασμα
μόνο φαρμάκι και χτικιό για κέρασμα.
Πώς να ριζώσεις σ’ έναν τόπο που ματώνει
που πριν την ώρα το κορμάκι μας γερνά
πώς ν’ αντικρίσεις τη χαρά που μαραζώνει
κι αυτή τη νύχτα τη σκληρή που δεν περνά,
κι αυτή τη νύχτα τη σκληρή που δεν περνά.
Από το Πέραμα δεν έχει πέρασμα
μόνο φαρμάκι και χτικιό για κέρασμα.
Μέσα στο Πέραμα στον ήλιο και στη σκόνη
εκεί μας χάρισε ο Θεός τη συμφορά
σε ένα σπίτι δίχως πόρτα και μπαλκόνι
κι ένα αγκάθινο στεφάνι στην καρδιά,
κι ένα αγκάθινο στεφάνι στην καρδιά.
Από το Πέραμα δεν έχει πέρασμα
μόνο φαρμάκι και χτικιό για κέρασμα.