Άννα Μπουρμά - Τα ρόδα της αυλής 歌词

Είν’ το στενό απόμερο
κι εγώ στο πρώτο βήμα
στέκω, κοιτώ το στένεμα,
πίσω μου απλώνω νήμα.

Ύποπτα μπαρ, σκουπιδαριό
μπόχα, μπουνιές, μποτίλιες.
Μπαίνω και μοιάζω μπάλωμα,
πρόχειρα μπαλωμένο,
απόκομμα, απούσα,
σχεδόν τσιγάρο πατημένο.
Ένα κορμί χαμένο.

Σε πάλκο βιτρίνα βαλσαμωμένη
βουίζουνε τα βατ
κουτσή η καρέκλα κι εγώ καρφωμένη
στο μύθο μου κλεισμένη.
Κάθομαι και σου γράφω
τι κάνω ψυχή μου εδώ.

Παραδομένη πάλλομαι
παλιάτσος, παλληκάρια,
παίζω παιχνίδι παγερό
σε πρόστυχο πατάρι
κι η σπάθα στο θηκάρι.

Μονάχη ξεμένω ξενύχτισσα, ξένη
τραβάω το σπαθί μου το γυμνό
θρύψαλα ο μύθος
στο χώρο κυλιέται
καθώς ξεψυχάει, η μέρα ξυπνάει.

Θα πάρω το πρώτο τρένο
κοντά σου να `ρθω ξανά.
Θα `ναι γιορτή επίσημη,
αργία και βαρυχειμωνιά
μόλις με δεις απ’ τη γωνία
να τρέξεις να το πεις
στα ρόδα της αυλής
这个歌词已经 465 次被阅读了