Βγαίνουν τα βράδια οι σκιές
σε λιτανεία
να περιφέρουν την εικόνα του ανθρώπου.
ένας ηνίοχος που έχει τα ηνία
μα έχει χάσει από καιρό το άλογό του.
Τρέχουν ξωπίσω τα σκυλιά
και αλυχτάνε
χρόνια αδέσποτα με τα λουριά κομμένα
κι ακόμα κάποιοι μες στον κόσμο
κοινωνάνε
από το σώμα της αγάπης και το αίμα.
Καρδιά μου χόρεψε
τι κι αν δυσκόλεψε
κάθε βήμα που σε πάει μπροστά.
Στον κόσμο βράδιασε
κανείς δεν άγιασε
δίχως λάθη πριν απ’ τα σωστά.
Χάρτες αδιάβαστοι οι ζωές
κι οι δρόμοι φίδια
παραμονεύουνε σε νύχτες
τσακισμένες
και όσα κάποτε υποσχέθηκαν ταξίδια
λίγες στροφές σ’ ένα ζεϊμπέκικο
κρυμμένες.