Φυσάω το γυαλί,
το κάνω κάδρο,
σκουραίνω το μαλλί,
το βάφω μαύρο.
Μοιράζω το φιλί,
παραμυθιάζω,
φουντώνω πιο πολύ,
σαν σ’ αγκαλιάζω.
Κοιτάζω την ταυτότητα,
μα δε μού μοιάζει,
και δε με νοιάζει...
Θυμώνω πιο πολύ
όταν μού λένε:
"σ’ αγάπησα πολύ"
και δε με καίνε.
Φυσάω τον καπνό,
θαμπώνει ο ήλιος,
γυρίζω να σε βρω,
θα μείνεις φίλος.
Κοιτάζω την ταυτότητα,
ετών τριάντα,
θα μείνω για πάντα.