Στ’ ορκίζομαι ποτέ δεν το περίμενα
ιδέα τελειωμένη πως θα σήμαινα
δεν είναι από δάκρυ όλα το κόκκινο αυτό χρώμα
που ήρθε και ζωγράφισε τα μάτια μου.
Για να μην είναι όλα τόσο επίπεδα
ουρλιάζω στη δουλειά μου και στα γήπεδα,
κορνάρω, τρέχω μες στο δρόμο, τα βάζω με τον αστυνόμο
για να μην είναι όλα τόσο επίπεδα κι ύστερα…
Μόνος μου γυρίζω σπίτι, μόνος μου σαν τον αλήτη
μόνος μου με τσακισμένα τα φτερά.
Μόνος μου και πώς ν’ αντέξω τέτοια νύχτα που έχει έξω
άνοιξη τριγύρω κι εδώ μια παγωνιά.
Κυλάει, φεύγει ο χρόνος με τα ψέματα
συνέχεια κουβεντιάζω γι’ άλλα θέματα,
γυρνώ σε μπαρ και συναυλίες, καινούριες βρίσκω ασχολίες
κυλάει, φεύγει ο χρόνος με τα ψέματα και μετά…
Μόνος μου γυρίζω σπίτι, μόνος μου σαν τον αλήτη
μόνος μου με τσακισμένα τα φτερά.
Μόνος μου και πώς ν’ αντέξω τέτοια νύχτα που έχει έξω
άνοιξη τριγύρω κι εδώ μια παγωνιά.