Στο χωριό μας κάποτε έφτασε ένας μάγος
ως τη μέση άνθρωπος κι από κάτω τράγος
Τότε μαζευτήκανε όλοι γύρω γύρω
κι είπαν την τραγίλα του άρωμα και μύρο.
Πες μας, βρε μάγε, αν μπορείς
αν έρθουν οι βροχές νωρίς
και τη σοδειά σου να χαρείς
χωρίς τον πόνο της χωρίς.
Μ’ ένα του βλέμμα μαγικό
μ’ ένα χορό του τραγικό
άκουσαν μιαν αλήθεια
που ράγισε τα στήθια.
Μάγε τραγοπόδαρε, βρόμισε ο αέρας
κλείσε μέσα τα παιδιά να μη δουν το τέρας
Σαν αγρίμια χύμηξαν κι έκλεισαν το μάγο
σε κελί που χτίσανε με φωτιά και πάγο.
Κι ένα περίεργο παιδί
κρυφά γυρίζει το κλειδί
για να το σκάσει δηλαδή
να πάει το μάγο για να δει.
Κι είπε μ’ αλλόκοτη ματιά
γεμάτη πάγο και φωτιά
ο μάγος πως τους μοιάζει
κι ο κόσμος πως αλλάζει.
Το παιδί που τρέλανε η θωριά του μάγου
σ’ άγνωστες το ξόρισαν στράτες του πελάγου
Σε στεριές και θάλασσες χρόνια ταξιδεύω
το παιδί που χάθηκε να το βρω γυρεύω.
Μέσα σε ήλιους και βροχές
παλεύω με τις εποχές
κι απ’ της καρδιάς τις αμυχές
πίνουνε αίμα οι ψυχές
Για να μου πουν το μυστικό
το τραγικό το μαγικό
πως είν’ η αγάπη νόμος
και το παιδί ο δρόμος.