Πέρασα χίλιες στοιχειωμένες νύχτες
με μια φωτιά που μου ζητούσε να υπομένω
να καίγομαι μαζί της και να παίζω
ένα παιχνίδι που εγώ ήμουνα πάντα ο χαμένος
Μα σαν την ρώτησα αν ήθελε
να ‘ναι αυτή το δέντρο, να ‘μαι εγώ ο κεραυνός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Σε ένα άγριο όνειρο ξύπνησα παγωμένος
Κάποιος με ρώταγε μέσα απ’ το μαύρο φως
ποιός είναι ο δρόμος μου, αν ξέρω πού πηγαίνω
κι αν ξέρω ποιος από τους δυο μας είναι αυτός
και ποιος εγώ
Μα σαν το ρώτησα ποιος είναι
αν είναι ο διάβολος ή μήπως είναι ο Θεός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Μ’ ένα ζευγάρι λασπωμένες μπότες
σάλταρα πάνω απ’ τη χλωμή μου μοίρα
κι εκείνη ανήμπορη να με γραπώσει
μ’ έβριζε κι έσκουζε σαν γερασμένη σκύλα.
Μα σαν τη ρώτησα πώς γίνεται
να κάνει τάχα πως ζει κάποιος ήδη νεκρός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός
Δεν πήρα απάντηση, δεν πήρα
και να ‘μαι πάλι εδώ,
να ‘μαι πάλι εδώ ζωντανός