Τα όνειρα χτίζονται
κι όμως γκρεμίζονται
απ’ τους ίδιους ανθρώπους.
Γυρεύουν την άκρη τους
στο γυάλινο δάκρυ τους
κι ο άνεμος τα πάει σ’ άλλους τόπους.
Φωνάζουν συνθήματα
και χάνουν τα νοήματα
οι λέξεις ακροβάτες μες τα λάθη.
Εσώψυχα σπάζουνε
σιωπές που κουβεντιάζουνε
για του καφέ το μαύρο κατακάθι.
Άνθρωπος είμαι κι ονειρεύομαι
μπορεί στο ψέμα να μπερδεύομαι
άνθρωπος είμαι παγιδεύομαι.
Έχω δικαίωμα να γεύομαι
όλα του κόσμου που ερωτεύομαι
άνθρωπος είμαι κι ονειρεύομαι.
Τα όνειρα έρχονται
και πάλι παρέρχονται
και πίσω τα γιατί μόνο αφήνουν.
Και πάνω στο άρμα τους
γυρεύουν το θαύμα τους
τα κύμματα στην άμμο κι ας τα σβήνουν.