Βράδυ θαμπό πριν να σε δω στην αγκαλιά μου
σ’ έναν αυλό πάντα ξεχνώ τα δάχτυλά μου.
Τα χέρια αβρά κλαίνε κι αυτά προς τη σελήνη
και τα μαλλιά τα λαμπερά η αύρα λύνει.
Μόνο δυο αστέρια θαμπά φωτίζανε στο σκοτάδι
και κοιταζόνταν τρέμοντας χωρίς αγάπη
σαν δυο παιδιά ορφανά που τρέχαν μέσα στο βράδυ
και κοιμηθήκαν κλαίγοντας πάνω στο χιόνι.