Που λες φορούσα δυο παλτά
τόνα καλά τ’ άλλο ριχτά
τα δυο συγχρόνως.
Και περπατούσα στο βοριά
μονάχος, δίχως σιγουριά
γιατί έχει τίμημα βαρύ
του πόθου ο χρόνος
τα δυο συγχρόνως.
Όταν το χιόνι είναι πολύ
με δυο παλτά δεν είν’ τρελοί
όσοι γυρνάνε.
Μα σαν θα `ρθει καλοκαιριά
τα ρούχα ετούτα είναι βαριά
σου μοιάζει η τύχη ανηφοριά
κι άστα να πάνε
τα δυο συγχρόνως.
Που λες, θα πάρω ένα καρφί
κι έτσι ψαχτά με την αφή
θα το καρφώσω.
Μιας κι έτσι κάνουν οι σοφοί
που αναζητούν την κορυφή
τα δυο μου ανθρώπινα παλτά
να του φορτώσω
για να γλιτώσω.
Этот текст прочитали 507 раз.