Η μνήμη μου χαλάκι στον αόριστο
φυλάκισε τα ίχνη των βημάτων
και ό,τι μένει μέσα μου εξόριστο
δραπέτης απ’ τα χρόνια των θαυμάτων.
Τριγύρω μου οι άνθρωποι σφυρίζουνε,
αδιάφοροι πηγαίνουν στη δουλειά τους
κι εκείνοι που πεθύμησα γυρίζουνε
να δούνε αμα ζει το φάντασμά τους.
Τα νιάτα μου σε χρόνο παρακείμενο
το μέλλον μου σχεδόν τετελεσμένο
θα έχει μείνει μ’ άλλο αντικείμενο
σε κείμενο παλιό και ξεχασμένο.
Το μέλλον το παλιό μου το συνάντησα
σε μία κατηφόρα του μυαλού μου
με ρώτησε πού ήμουν και απάντησα:
«με πήρε το ποτάμι του καιρού μου»
Το σήμερα μπροστά μου μαύρη θάλασσα
τα όνειρά μου γλάροι πεινασμένοι
κοιτάζω τον ορίζοντα που χάλασα
για να `χω κάποιον να με περιμένει.
Τα νιάτα μου σε χρόνο παρακείμενο
το μέλλον μου σχεδόν τετελεσμένο
κι εγώ σαν ρήμα δίχως υποκείμενο
απρόσωπο, γυμνό και κουρασμένο
Этот текст прочитали 485 раз.