Eίπαμε πολλά ψέματα, ας πούμε και μια αλήθεια,
φορτώσαμ’ ένα ποντικό σαράντα κολοκύθια.
Tα κολοκύθια είχαν νερό και το νερό βατράχια
και τα βατράχια λάλαγαν κι ο ποντικός εσκιάχτη
και το φορτίο το ’ριξε, πιλάλετος1 κι εχάθη
και μέσ’ στ’ αμπάρια τρύπωσε κι η μάνα του του λέει:
Πού ’σουν παιδάκι πόντικα, πού ’σουν καλέ Zαφείρη;
Πάω στην Πόλη γι’ άρματα και στη Φραγκιά για ρούχα.