Χρήστος Γιαννόπουλος - Συναυλία Тексты

Ολημερίς μέσα στ’ αμάξι, στάση μονάχα για καφέ,
ακολουθούν οι ηχολήπτες με τα ηχητικά εφέ.
Και το τοπίο μάς κυκλώνει, η Ελλάδα στέκει μπρος γυμνή,
το βράδυ μες στη συναυλία καλοντυμένη και σεμνή.

Εννιά η ώρα, κι η πλατεία μέσα στα φώτα από νωρίς·
μπροστά δημάρχοι, αστυνομία, πιο πίσω διάφοροι φορείς.
Κουρντίζουν τα όργανα για λίγο κι ο κόσμος ανυπομονεί,
βγαίνουν και λόγοι επισήμων για την εκδήλωση αυτή.

Η συναυλία ξεκινάει με ύφος διακριτικό,
ο κόσμος μάς χειροκροτάει, μα τρώει ακόμα παγωτό.
Το ρεπερτόριο φιαγμένο να κορυφώνεται αργά,
ψεύτικο γλέντι και στημένο, το ίδιο κόλπο από παλιά.

Σε λίγο αρχίζουν τσιφτετέλια, το συνθεσάιζερ κελαηδά,
αμόκ τούς έπιασε και τρέλα κι όλοι κουνιούνται στη σειρά.
Η συναυλία που "στα πλαίσια", "υπό την αιγίδα" και λοιπά
έγινε τώρα πανηγύρι που ’χει κλαρίνα και βιολιά.

Μα οι μουσικοί που ’χουν γραμμάτια, που ’χουν γυναίκες και παιδιά
μπρος σ’ όλα αυτά κλείνουν τα μάτια, κλείνουν το στόμα και τ’ αυτιά
το μεροκάματο να βγαίνει και το μεράκι ας χαθεί·
ας είν’ καλά που έτσι τυχαίνει και κάνουν κάποια αρπαχτή.

Κι όλοι οι φορείς αγκαλιασμένοι στα πεπρωμένα της φυλής,
"Ζήτω η Ελλάδα δεν πεθαίνει", κι όμως πεθαίνουμε εμείς.
Το βράδυ στο ξενοδοχείο κάποια μπαλάντα τραγουδώ
να μην ξεχνιέμαι πως υπάρχω και να ελπίζω όσο ζω.
Этот текст прочитали 441 раз.