Χάρης Κατσιμίχας - Όταν σου λέω πορτοκάλι, να βγαίνεις Тексты
Γυρίζω μες στο σπίτι μόνος μου,
οι γέροι μου δεν είναι εδώ.
Τριγύρω όλα τα πράματα τα ξέρω από παιδί.
Ανοίγω το συρτάρι: Κάτι ψευτοκοσμήματα της μάνας μου
κι ο νυχοκόπτης ο παλιός του πατέρα μου είν’ εκεί.
Πηγαίνω στο σαλόνι. Όλα σε άλλες εποχές σταματημένα.
Μετράει ανάποδα ο καιρός, πάνω σε κάτι γυαλικά
που σπάζουν ένα – ένα.
Είναι πολύ σκληρό να θάβεις τα ξύλινα σπαθιά σου,
και ξαφνικά να μεγαλώνεις με χίλια δυο γιατί
μες στην καρδιά σου, μες στην καρδιά σου.
Ταξιδεύοντας σε γκρίζες θάλασσες στα λίγα φωτεινά
διαλείμματα δροσιάς,
άκουσα το τραγούδι ως το τέλος κι ο θάνατος γελούσε
με λυγμούς.
Γυρίζω μες στο σπίτι μόνος μου,
οι γέροι μου δεν είν’ εδώ.
Ανοίγω τη ντουλάπα και μέσα στο καθρέφτη
βλέπω ένα παιδί να μου γελάει και να μου λέει:
« Εμένα μ’ έχουν βάλει τιμωρία.
Όμως, κάθε φορά που θέλεις να ‘ρχεσαι από ‘δω,
απ’ το γυαλί να μπαινοβγαίνεις.
Εμένα δε με βλέπουνε,
κι, όταν σου λέω πορτοκάλι τρεις φορές, να βγαίνεις.»