Στο μαύρο φόντο μια μαύρη σκιά αργά πλησιάζει
στα χείλη που τρέμουν ο φόβος νικά, μα διστάζει.
Προτρέχει με πείσμα γοργό η βροχή τη βρύση που στάζει.
Παλεύει ο ύπνος στη μαύρη σιωπή, βουβά το μαράζι
το δάκρυ φωλιάζει στην άδεια ματιά, μα εσέ δε σε νοιάζει.
Χνωμιάζει στο τζάκι μια κρύα φωτιά, δίχως νάζι.
Этот текст прочитали 460 раз.