Το απόγευμα της Κυριακής
με πήρανε οι λύπες
σα να με κυνηγούσανε
τα λόγια που μου είπες.
Κόσμος πολύς επέρναγε
κόσμος πολύς γυρνούσε
πιο `κει μια φυσαρμόνικα
νότες βραχνές σκορπούσε.
Μ’ ένα σκοπό μονότονο
θλιμμένης μουσικής
καθώς όλα γελούσανε
τ’ απόγευμα της Κυριακής.
Το απόγευμα της Κυριακής
δεν ήξερα τι κάνω,
δεν ήθελα ούτε να ζω
ούτε και να πεθάνω.
Καλοντυμένα τα παιδιά
χορεύαν και πηδούσαν
μα οι φωνές τους πένθιμα
θαρρείς πως τραγουδούσαν.
Μ’ ένα σκοπό μονότονο
θλιμμένης μουσικής
καθώς όλα γελούσανε
τ’ απόγευμα της Κυριακής.
Этот текст прочитали 334 раз.