Μια ωραία πεταλούδα με πορτοκαλί μαλλιά
και μια ψεύτικη ελιά,
βόλτες κάνει στην πλατεία,
στο φανάρι το σβηστό μ’ ένα φόρεμα σχιστό.
Δε μου λέτε, φανταράκι, μήπως έχετε φωτιά
και κανένα τσιγαράκι,
το ρολόι της κοιτάζει,
βάζει τ’ άσπρα της φτερά, ολαρία, ολαρά.
Δε μου λέτε, σωφεράκι, μήπως έχετε φωτιά
και κανένα τσιγαράκι,
παίρνει το λεωφορείο,
κάνει χίλια όνειρα, ολαρία, ολαρά.