Φόρτωσε χαρές και ελπίδες
το καράβι στη βροχή,
στο ταβάνι νυχτερίδες
που `χουν αποκοιμηθεί.
Και ποιος να σε θυμηθεί.
Τρίτο βράδυ στην Ομόνοια
δίχως σπίτι και γωνιά
πως περάσαν τόσα χρόνια
προδομένη μου γενιά.
Βράδιασε κι η πόλις άδεια
μες τους δρόμους περπατάς,
σα φαντάρος πήρες άδεια
μα δεν έχεις που να πας.
Κι όμως πίσω δε γυρνάς.
Τρίτο βράδυ στην Ομόνοια
δίχως σπίτι και γωνιά
πως περάσαν τόσα χρόνια
προδομένη μου γενιά.
Этот текст прочитали 386 раз.