Τα φώτα που σβήνουν - Για μια παλιά συμμαθήτρια Тексты
Χτύπησε την πόρτα ένα πρωί
κι ήταν εκεί
Μπροστά μου ένα χαμόγελο, πιασμένο απ’ την κορδέλα στο κουτί,
που είχε γλυκά...κι έμεινα σαν τον χαζό, να βλέπω την πανέμορφη μαμά...
Έμαθα τα πάντα εγώ γι αυτή, σε μια στιγμή,
σταμάτησε τα λόγια της για να ταΐσει ένα βουβό μωρό,
σκέφτομαι εγώ "άραγε να θυμάται εμάς τους δυο μέσα στο πλοίο προς τον γκρεμό;"
Και τότε μια φωνή, βγαλμένη απ’τα παλιά...
μου γελά και κάθεται κοντά,
δίπλα η ζωντανή, κοιτάζει το κενό
και το φάντασμα της μου γνέφει "σ’ αγαπώ", το φάντασμα της...
Τρόμαξα και μ’ έπιασε γλυκά, μιλάει σιγά...
"Φαντάσματα ανθρώπων ζωντανών, μου λέει, υπάρχουνε πολλά..."
και με φιλά...
"Νεκροί δεν είναι όσοι πεθάναν, μα όσοι χάθηκαν για μας μακριά..."
Και τότε η μουσική, μας έφερε ψηλά...
και οι δυο μαζί φεγγάρια φωτεινά...
γύρω από τη γη....να σμίγουμε ξανά...
το φάντασμα της και εγώ παντοτινά...
Κι έφυγε όπως ήρθε ξαφνικά...
κι έμεινα εκεί ...με μια γνωστή να λέω αστεία και στο τέλος έφυγε κι αυτή...
μόνος ξανά...
νεκροί δεν είναι όσοι πεθάναν, μα όσοι χάθηκαν για μας μακριά...