Βαφτίστηκες στην ομορφιά
και σ’ είπαν αμαρτία
γιατί χωρίς αιτία
γυρνάς στα σκοτεινά
Στων αμαρτωλών τη χώρα
όλοι οι δρόμοι κατηφόρα
όποιος ζει μέσα στην πλάνη
θα `χει μάθει και να χάνει
Μοιάζουν μ’ αμίλητο νερό
σαν κλαις τα δυο σου μάτια
τρέχουν σε μονοπάτια
κλεισμένα από καιρό
Είν’ αργά πια να λυπάσαι
όπως έστρωσες κοιμάσαι
όσους δρόμους κι αν ανοίξει
στην αρχή θα καταλήξει
Φόρεσες μάσκα και γυαλιά
να σώσεις την παρτίδα
βρήκες χρυσή θυρίδα
μα έχασες τα κλειδιά
Στων αμαρτωλών τη χώρα
όλοι οι δρόμοι κατηφόρα
όποιος ζει μες στο καμίνι
θα `χει μάθει και να δίνει
Этот текст прочитали 230 раз.