Μες στης φτώχιας τα κουρέλια
εγεννήθηκα
και στα μαύρα της τα χέρια
βασανίστηκα.
Με δίκασε μες στη ζωή
πάντα να τυραννιέμαι,
χαρά ποτέ δε γνώρισα
γι αυτό παραπονιέμαι.
Καταραμένη φτώχια
σε μίσησα πολύ,
απ’ τα πολλά σου βάσανα
μα ώρα δεν ανάσανα.
σε τούτη τη ζωή.
Τα δυστυχισμένα χρόνια
με γεράσανε
και τα χείλη μου μια ώρα
δεν γελάσανε.
Του πόνου μεροκάματο
βγάζω με αγωνία,
βραδιάζω, ξημερώνομαι
μέσα στην τυραννία.
Καταραμένη φτώχια
σε μίσησα πολύ,
απ’ τα πολλά σου βάσανα
μα ώρα δεν ανάσανα.
σε τούτη τη ζωή.