Αν μιλούσε το ποτήρι κάθε βράδυ που τα πίνω,
θα ’ λεγε πόσο φαρμάκι στη ζωή μου καταπίνω,
για τον πόνο το δικό σου που σαν πυρκαγιά με καίει
και σκοτώνει την ψυχή μου, άδικα, χωρίς να φταίει.
Πώς να βρω τη γιατρειά με καρδιά κουρελιασμένη,
πώς να ζω στην απονιά με μι’ αγάπη γελασμένη,
ψάχνω να `βρω λησμονιά μέσα στου πιοτού τη ζάλη
μα κι αν πίνω κι αν μεθώ, πλάι μου σε βλέπω πάλι.
Εφιάλτης στη ζωή μου η σκιά σου μου `χει γίνει
κι η φωτιά που μου `χεις βάλει, απ’ τα στήθια μου δε σβήνει,
αν μιλούσε το ποτήρι κάθε βράδυ που τα πίνω,
θα ’ λεγε πόσο φαρμάκι στη ζωή μου καταπίνω.
Πώς να βρω τη γιατρειά με καρδιά κουρελιασμένη,
πώς να ζω στην απονιά με μι’ αγάπη γελασμένη,
ψάχνω να `βρω λησμονιά μέσα στου πιοτού τη ζάλη
μα κι αν πίνω κι αν μεθώ, πλάι μου σε βλέπω πάλι.