Κρύφτικαν στη σιωπή,
στις ζωής μου το κελί,
να ξεχάσω ό,τι θέλω να θυμάμαι.
Να γυρνάω στο μηδεν
όταν όλοι μου το λεν
και το τέλος μια αρχή που δε φοβάμαι.
Μες στης λύπης μου το φως
της χαράς μου ουρανός
ένα γέλιο, ένας στίχος κι ένα δάκρυ.
Παίρνω πάλι τα κλειδιά,
ταξιδεύω μακριά
μήπως βρω κάπου στ’ όνειρο την άκρη.
Μάτια μου, εδώ είμαι, μάτια μου
μαζί σου χάνομαι
φωτιές θα καίνε ως το πρωί.
Μάτια μου, κοίτα στα μάτια μου
δικός σου γίνομαι
έρωτας, δάκρυ και κορμί.
Τριγυρνάμε στο βυθό
σ’ ένα ξένο ουρανό
για να βρούμε μια ζωή στ’ αγαπημένα.
Στα κορμιά τα δανεικά,
σε κρυμμένα μυστικά,
μες στων ψεύκικων φιλιών τα περασμένα.
Κι ένα βράδυ οι σιωπές,
όλου του κόσμου οι ενοχές,
μια πεταλούδα με φτερά από μετάξι,
μου ζητάει ν’ αναστηθεί
μες στη σκόνη θα φανεί
θα το πάρει μακριά και θα πετάξει.
Σκοτάδι μου και φως μου
στις λισμονιές του κόσμου
να ξεχαστώ κι απόψε λιγάκι πριν χαθώ.
Να μου μετράς το δάκρυ
ως της καρδιάς την άκρη
κι όταν ο χρόνος σβήσει, να ξαναγεννηθώ.