Στην άσφαλτο παντρεύομαι τα γκάζια
κι η άσπρη η γραμμή πάει στραβά
Τα φώτα μου τρυπάνε τα σκοτάδια,
τα φρένα μου πλαγιάζουν στη γωνιά
Στα σπίτια ανθρωπάκια και κουκλίτσες
με αδιάβροχες αγάπες και φιλιά
Στο βάθος λύκοι κοκκινοσκουφίτσες
και στη στροφή του δρόμου η γιαγιά.
Δε μου `μαθες σωστά τα παραμύθια,
η κοκκινοσκουφίτσα τρώει τα παιδιά
Με φόρα πάω και σπάω τη συνήθεια
που βγάζει τη ζωή στο πουθενά.
Τα όνειρά μου κάνουν απεργία,
στη πόλη μου έχει πέσει μπλέ σκουριά
Δε φτάνει η Χιοννάτη για εφτά νάνους
και τα ανέκδοτα στ’ Αρχαία Ελληνικά
Δεν κάνω κέφι να `ρθω στη πλατεία,
το ξέρω αυτό το έργο από παλιά
Έχει φρακάρει η Δευτέρα παρουσία
και οι τριακόσιοι κολυμπάνε στα ρηχά.
Δε μου `μαθες σωστά τα παραμύθια,
η κοκκινοσκουφίτσα τρώει τα παιδιά
Με φόρα πάω και σπάω τη συνήθεια
που βγάζει τη ζωή στο πουθενά.
Κι εσύ που δε χωράς στην Ιστορία
πάμε μαζί ταξίδι σ’ άγονες γραμμές
χωρίς ταυτότητα στην άγνωστη τη Τροία
να αγαπηθούμε στου ονείρου τις ρωγμές.
Этот текст прочитали 305 раз.