Κι όλο περιμένω να μου στείλεις ένα γράμμα
κι όλο περιμένω να γυρέψεις να με δεις.
Απ’ τους φίλους μας μαθαίνω
πού γυρίζεις και πεθαίνω,
μα κάτι μου λέει πως δε θα ’ρθεις.
Έξω χαράζει, γλυκοχαράζει
μα στην καρδιά μου πάλι βραδιάζει.
Το ’ξερα πως θα ’σουν ένα αγκάθι στη ζωή μου
κι έλεγα ο χρονός θα ’ναι η μόνη γιατρειά.
Μα τ’ αγκάθι είναι μαχαίρι
κι είναι το δικό σου χέρι
που μου μαχαιρώνει την καρδιά.
Έξω χαράζει, γλυκοχαράζει
μα στην καρδιά μου πάλι βραδιάζει.