Ξένο εκαβαλίκεψε να πάει στην καλή του
πιάνε τον μέρες βροχερές και νύχτες με τα χιόνια
δεν είχε με τα ποιο μιλεί με ποιο να ροζανάρει
και εμίλιε με το μαύρο του και ροζονάριζέ του.
Μαύρε μου γοργογόνατε και ανεμοκυκλοπόδη
πολλές φορές με γλίτωσες κι από βαρές φουρτούνες
κι αν με γλιτώσεις μαύρε μου από τούτη την φουρτούνα
τα τέσσερά σου πέταλα χρυσά θα σου τα βάλω,
τα δαχτυλίδια τση ξανθής μπρόκες θα σου περάσω.