Ψαραντώνης - Ο θάνατος του Δράκου Тексты

Τότε σκοτάδι απλώθηκε και γίνηκε η πλάση
μαύρο φαρί, κατάμαυρο, έτοιμο ν’ αφηνιάσει.

Κι απ’ τα κατάβαθα τση γης ο Δράκοντας σαλεύει,
και με σαΐτες πύρινες την πέτσα του τοξεύει.

Ανοίγει η γης κι οι ποταμοί τις όχθες αψηφούνε,
φουσκώνουνε οι θάλασσες και τα βουνά χτυπούνε.

Χώρες, χωριά γκρεμίζονται, κουνιούνται τα θεμέλια,
από το κλάμα των παιδιών και των τρελών τα γέλια.

Ο ουρανός λυσσομανά, πετά αστροπελέκια,
που τρων ανθρώπων χτίσματα και καταλούν τα πρέκια.

Στον ουρανό πηδούν φωτιές, τα δάση λαμπαδιάζουν,
και οι φωνές των αγριμιών τον άνεμο σπαράζουν.

Τα κορφοβούνια σκίζουνται, πέφτουνε στα πελάγη,
και τα χαράκια κουτουλούν σαν αγκρισμένοι τράγοι.
Этот текст прочитали 310 раз.