Ψαραντώνης - Ο πραματευτής Тексты

Πραματευτής κατέβαινε από ένα βουνί απάνω
λαλεί μουλάρια δώδεκα μουλίτσες δεκαπέντε
σε μια μουλίτσα ταπεινή μόσχο `χε φορτωμένο.

Κι από τον μόσχο τον πολύ κι από την μυρωδιά του
ο νιός εποκοιμήθηκε εις την μουλίτσα απάνω,
μουλίτσες παραστράτησαν σ’ άγρια μονοπάτια.

Χαρά σε τούτα τα βουνά που κλέφτες δεν υπάρχουν
ο νιος δεν το `χε να το πει. Άλλοι του ξεφορτώναν
κι άλλος βαρά με το σπαθί κι άλλος με το μαχαίρι
και τ’ αδερφάκι τον βαρά με κοφτερή φαλτσέτα.

Μα αφήστε μωρέ παιδιά κι εμένα τον καημένο,
έχω κι εγώ έναν αδερφό στους κλέφτες καπετάνιο.
Για πε μας βρε πραματευτή σουσούμια του σπιτιού σας.

Μηλιά έχω μες στην πόρτα μας και κλήμα στην αυλή μας.
Και τότες τ’ αδερφάκι του έσυρε το μαχαίρι
και το βαρά στο στήθος του.
Этот текст прочитали 334 раз.