Τι φωτιά είν’ αυτή, μεγάλη,
που ‘χω απόψε στο κεφάλι,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να μου τη σβήσει,
να του δω, να του δώσω ό,τι ζητήσει,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να μου τη σβήσει,
να του δω, να του δώσω ό,τι ζητήσει.
Θέλω απόψε να μπορούσα,
μια γυ γυναίκα να ξεχνούσα,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να με γιατρέψει,
κι ό,τι νιώ κι ό,τι νιώθω να μαντέψει,
ποιος μπορεί, ποιος μπορεί να με γιατρέψει,
κι ό,τι νιώ κι ό,τι νιώθω να μαντέψει.
Τι φωτιά είν’ αυτή, μεγάλη,
που ‘χω απόψε στο κεφάλι,
απορώ, απορώ κι αναρωτιέμαι,
στη ζωή, στη ζωή μου πως κρατιέμαι,
απορώ, απορώ κι αναρωτιέμαι,
στη ζωή, στη ζωή μου πως κρατιέμαι.