Είπα σου χτενίστου λλίο, τζι εν φεύκεις που το γυαλλί.
Μα αγαπώ σε όπως είσαι, τζι αστειεύκω σε πελλή.
Πας στα μαύρα σου τ’ αμμάθκια, μέν την βάλλεις την χολλά,
γιατί έχουσιν δικήν τους, τζιαι η ξένη έν κολλά.
Μέν τα κόβκεις τα μαλλιά σου, άφησ’ τα να κρεμμαστούν,
τζι εν να σε καρτζιελετίσω, με την μάναν του Χριστού.
Είπα σου να μέν πιστεύκεις, μεν ακούεις κανενού,
τζι έχω σε ζωγραφισμένην στην καρκιάν μου τζιαι στον νου.
Этот текст прочитали 340 раз.