Παντελής Θεοχαρίδης - Το χασάπικο του λούμπεν Тексты

Στον ύπνο μου πετούν κορυδαλλοί
και μ’ αγουροξυπνάνε
την ώρα που οι φίλοι μου οι παλιοί
δίτροχα καβαλάνε.

Κατώφλια ντύνονται φιλιά
και κόκκινα γεράνια
σπίτι και ταίρι και δουλειά
χτίζουν την περηφάνια.

Πέντε άδραξαν σφυρί κι αμόνι
για το σήμερα
κι έπινα του καμινέτου αφιόνι
μες στη χίμαιρα
κι άλλοι πέντε με καμβά το κρύο
ήλιους κέντησαν
από το τυφλό λεωφορείο
με χαιρέτησαν.

Ύστερα ως το λυκόφως γέρνω
το κορμάκι μου
ώσπου στο έρεβος καθρέφτη φέρνω
το σαράκι μου.
Με τα μάτια λίμνες της πορφύρας
και φως κάλπικο
βηματίζω σαν λακές στης μοίρας
το χασάπικο.

Στη λερή ταβέρνα στα σφαγεία
βγαίνω Σάββατο
μια πλανόδια φωτογραφία
με το θάνατο.
Πίνω μ’ άλλους δυο απ’ το ποτήρι
και σηκώνομαι
με της εφηβείας τους τη γύρη
φαρμακώνομαι.
Этот текст прочитали 344 раз.