Θέλω να γράψω τ’ όνομά σου σ’ έναν τοίχο
μ’ ένα μελάνι που κανείς δε θα το σβήσει
πως θα σε κλείσω με δυο λέξεις σ’ ενα στίχο
κι ένα φιλί μου που για πάντα θα σε πείσει.
Ο ήλιος μπαίνει σπίτι σου απ’ τις κουρτίνες
και σου χαιδεύει τα σγουρά σου τα μαλλιά.
Αχ, πώς ζηλεύω τις χρυσές του τις ακτίνες
μέσα τους να μπω να σε πνίξω στα φιλιά.
Πόσο περίμενα αυτήν εδώ την ώρα
να σε κοιτάξω μεσ’ στα μάτια και να πω
με την καρδιά και την ψυχή γεμάτη δώρα
αχ, δυνατά να σου φωνάξω «σ’ αγαπώ!»