Ωσάν γλυκόπνοο δροσάτο αεράκι
μέσα σε ανθότοπο, κειο το παιδάκι
την ύστερη έβγαλε αναπνοή.
Και η ψυχούλα του, εις τον αέρα
γρήγορα ανέβαινε προς τον αιθέρα,
σαν λιανοτρέμουλη σπίθα μικρή.
Όλα την έκραζαν, όλα τ’ αστέρια
κι εκείνη εξάπλωνε δειλή τα χέρια,
γιατί δεν ήξερε σε ποιο να μπει.
Αλλά, να, του `δωσε ένα αγγελάκι
φιλί αθάνατο στο μαγουλάκι
που έξαφνα έλαμψε σαν την αυγή.
Этот текст прочитали 342 раз.