Ορέστης Μακρής - Το ταγκό της Λεϊλάς Тексты

Μες στον οντά της βαριά ντυμένη
στον πλουμισμένο γέρνει το σοφά
η Λεϊλά η μικροπαντρεμένη
κι αναστενάζει κρυφά κρυφά

Δεν έχει γι’ άντρα το παλληκάρι
που με λαχτάρα είχε ονειρευτεί
και τώρα κλαίει γιατί έχει πάρει
τον γέρο εκείνο πραματευτή

Μπαίνει μες στον οντά ο πραματευτής
και σκύβει και τη χαϊδεύει
λόγια γλυκά γλυκά της λέει
και γιατί κλαίει τον ερωτά

Κι αυτή με δάκρυα ίδια μυστικά
Αχ πάλι θε να μου φύγεις
Πάω, της λέει, να πουλήσω
μα δε θα αργήσω
θα πάω κοντά

Έφυγε εκείνος
μα η Μοίρα φέρνει
κοντά της το παιδί του βασιλιά
κι αυτός ο φάντης με μιας την παίρνει
και του τη ρίχνει στην αγκαλιά

Το μυστικό της καημό δροσίζει
για δισταγμούς δεν είναι πια καιρός
και στης αγάπης τη μέθη αρχίζει
της ηδονής ο τρελός χορός

Ξάφνου γυρίζει ο πραματευτής
τη βλέπει στην αγκαλιά του
ένα σπαθί μ’ αυτό σταυρώνει
και τον ξαπλώνει με μιας νεκρό

Κι αυτή με θαυμασμό μες στη ματιά
στον άντρα της λέει δεν φταίω
μα ποτέ δεν είχα νιώσει
πως είχες τόση
πολλή φωτιά

Κι αυτή με θαυμασμό μες στη ματιά
στον άντρα της λέει: Δεν φταίω
μα ποτέ δεν είχα νιώσει
πως είχες τόση
πολλή φωτιά
Этот текст прочитали 287 раз.