Καράβια αλήτες μας σφύριξαν κάτι.
Μας είπαν ελάτε, μας κλείσαν το μάτι.
Μπροστά μας περνάνε, μα δε σταματάνε.
Τα άσπρα πανιά τους δεν ήταν για μας.
Καράβια περάσαν, χαθήκαν στα βάθη.
Γιατί μας γελάσαν κανείς δε θα μάθει.
Ανάποδη μέρα, τα τράβηξε πέρα.
Σ’ αυτό το λιμάνι δεν φεύγει κανείς.
Στο `να μου χέρι το τσιγάρο
μοιάζει με χαμένο φάρο.
Κι άμα θα σβήσει, θα `ρθει μπόρα.
Σχόλασε το γλέντι τώρα.
Этот текст прочитали 315 раз.