Ποιος να μου το `λεγε λοιπόν
εσύ, που ήσουν πάντα απών,
πως θα γυρίσεις και την πόρτα θα χτυπήσεις,
να ικετεύεις να με δεις,
πόσο μετάνοιωσες να πεις
και μία ακόμα ευκαιρία να ζητήσεις.
Μου λες πως άλλαξες πολύ,
πως σου `χει λείψει το δικό μου το φιλί
και θες ν’ αρχίσουμε ξανά,
όμως λυπάμαι αλλά ξύπνησες αργά.
Τώρα συγνώμες μου ζητάς κι επιστροφές,
μα το `χες πάντα τόσο εύκολο το ψέμα.
Δε σε πιστεύω ό,τι τώρα και να λες,
για σένα πια δε χαραμίζω ούτε βλέμμα.
Πήρα λευκό χαρτί και γράφω απ’ την αρχή,
το παρελθόν μου δε θ’ αφήσω στο τιμόνι,
γιατί το ξέρω, απ’ την καινούρια πιο πολύ
πονάει η παλιά πληγή, όταν ξαναματώνει.
Πέρασα δύσκολες στιγμές
να ψάχνω αιτίες κι αφορμές
κι όταν κατάφερα και γύρισα σελίδα,
ήρθες γεμάτη ενοχές
και θες να κλείσεις τις πληγές
μ’ αυτό το δάκρυ σου που μοιάζει με ελπίδα.
Μου λες πως άλλαξες πολύ,
πως σου `χει λείψει το δικό μου το φιλί
και θες ν’ αρχίσουμε ξανά,
όμως λυπάμαι αλλά ξύπνησες αργά.
Τώρα συγνώμες μου ζητάς κι επιστροφές,
μα το `χες πάντα τόσο εύκολο το ψέμα.
Δε σε πιστεύω ό,τι τώρα και να λες,
για σένα πια δε χαραμίζω ούτε βλέμμα.
Πήρα λευκό χαρτί και γράφω απ’ την αρχή,
το παρελθόν μου δε θ’ αφήσω στο τιμόνι,
γιατί το ξέρω, απ’ την καινούρια πιο πολύ
πονάει η παλιά πληγή, όταν ξαναματώνει.