Στου Νείλου τ’ αμμοχώραφα
φυτρώνει ένα βοτάνι
όποιος το κόβει κόβεται
κι όποιος το βρει το χάνει.
Κοιμάμαι τα χαράματα
ξυπνώ το μεσημέρι
και ξεκινώ τ’ απόβραδο
για τ’ ουρανού τα μέρη.
Κι εκεί στων άστρων τις ρωγμές
στου φεγγαριού τη ράχη
αρχίζω τον αγώνα μου
και τη στερνή μου μάχη.
Αλά αλά αλαϊλά
είναι ποτάμι και κυλά.
Αλά αλά αλαϊλά
ειν’ ο Θεός που δε μιλά.
Στου Νείλου τ’ αμμοχώραφα
και στα νερά τα μαύρα
σαλεύει τα μεσάνυχτα
του κάτω κόσμου η σαύρα.
Με το χρυσό της το κλουβί
και τ’ ασημένιο τάσι
μαζεύει αδύνατες ψυχές
τον Άδη να χορτάσει.
Μα εγώ στων άστρων τις ρωγμές
στου φεγγαριού τη ράχη
κερδίζω τον αγώνα μου
και τη σκληρή μου μάχη.
Этот текст прочитали 324 раз.