Κοίτα εκείνη τη γυναίκα.
Βάλε τις ασημένιες μπότες σου και κάν’ την προσευχή σου.
Κι όλες αυτές οι ζήλιες γι’ αυτούς που έχουν πιο πολλά,
όλοι αυτοί οι φόβοι που με κάνουν και τρέμω,
έχουν να κάνουν με την αγάπη...
Θα σηκωθώ το πρωί να δω την Ανατολή
κι ο Ήλιος, ο Ήλιος δε θα ξαναδύσει.
Οι χιλιάδες ερωμένες μου, θα ριζώσουν βαθιά μέσα μου
και δε θα μου λείψουν ξανά ποτέ.
Ποτέ...
Αλλά, αλλά αν με κάνεις να κλάψω,
αν με κάνεις να σπάσω,
αν με κάνεις να δω τη φαντασίωση της αγάπης,
τότε, τότε ίσως να ήρθε η ώρα τώρα
να μαζέψω τα σπασμένα μου κομμάτια για πάντα
και να γυρίσω επιτέλους σπίτι...
Μου φαίνονται όλα αυτά τόσο δύσκολα.
Γύρνα απλά μια σελίδα πίσω.
Τότε θα δεις τον πόνο μες στις σκιές μου.
Ποιος δε πληγώθηκε απ’ την αγάπη;
Είναι σαν να βάζεις το βασίλειό σου πάνω στην άμμο.
Αλλά, αλλά αν με κάνεις να κλάψω,
αν με κάνεις να σπάσω,
αν με κάνεις να δω τη φαντασίωση της αγάπης,
τότε, τότε ίσως ήρθε η ώρα
να μαζέψω τα σπασμένα μου κομμάτια για πάντα
και να γυρίσω επιτέλους σπίτι...
άλλη μια φορά...
άλλη μια φορά...
άλλη μια φορά...
άλλη μια φορά...
άλλη μια φορά...
άλλη μια φορά...
Σταγόνες υγρασίας στο ταβάνι...
Η φλόγα μέσα μου τρεκλίζει, πάει να σβήσει...
Σαν ταξιδιώτης μακρινός, ξενιτεμένος
μέσα στην ίδια του τη σκέψη στοιχειωμένος.
Σαν οπτασίες τριγυρίζουνε τα βράδια
κι απ’ το κορμί μου κλέβουνε τα χάδια,
του βίου τ’ αφανέρωτα σημάδια,
σαν ταξιδιάρικα πουλιά μ’ ακολουθάνε.
άλλη μια φορά δεν έχω...
Δεν έχω...
άλλη μια φορά αντέχω...
Αντέχω...
άλλη μια φορά δεν έχω...
Δεν έχω...
άλλη μια φορά αντέχω...
Αντέχω...
Αντέχω...
Αντέχω...
Αντέχω...
άλλη μια φορά αντέχω...
Αντέχω...
Αντέχω...
Αντέχω...
Αντέχω...